- θαλαμηγός
- Σκάφη διαφόρων τύπων, από τους μικρούς ιστιοφόρους κέρκουρους έως τα πολυτελή ιστιοφόρα και ντιζελοκίνητα σκάφη ψυχαγωγίας. Συνηθέστερα ονομάζονται γιοτ, από την αγγλική ονομασία yαcht. Μια θ. με πανιά εφοδιάζεται συνήθως και με βοηθητική μηχανή, που σήμερα είναι εσωτερικής καύσης και κυρίως τύπου ντίζελ. Κατά την τρίτη δεκαετία του προηγούμενου αιώνα, με τη ταχεία διάδοση των ταξιδιών αναψυχής, οικονομικοί λόγοι συνετέλεσαν στη σημαντική ελάττωση των διαστάσεων και συνεπώς του κόστους των θ., μερικές από τις οποίες, παλαιότερα, είχαν εκτόπισμα μεγαλύτερο των 2.000 τόνων. Η μεγάλη διάδοση των θ. οδήγησε στη δημιουργία ειδικών λιμανιών (μαρίνες).
Ανάλογα με τη χρήση της, η θ. κατασκευάζεται σε διάφορα σχήματα· για παράδειγμα, σε ένα γιοτ που προορίζεται για ιστιοπλοϊκούς αγώνες και όχι αποκλειστικά για κρουαζιέρες η καρίνα είναι διαμορφωμένη έτσι ώστε να φέρει τη μικρότερη αντίσταση στην πορεία, ενώ επιπλέον το σκάφος δεν πρέπει ξεπερνά το βάρος που απαιτεί η στερεότητά του. Η χρήση ελαφρών μεταλλικών κραμάτων συνετέλεσε στην ελάττωση του συνολικού βάρους του σκάφους και της εξάρτισής του. Για την εκτέλεση μακρινών αποστάσεων, οι θ. διαθέτουν διαμερίσματα για τους επιβάτες και το πλήρωμα και είναι εφοδιασμένες με τα απαραίτητα όργανα πλεύσης.
Αγώνες γιοτ διοργανώνονται εδώ και χρόνια, κυρίως ανοιχτά από τις αγγλικές, σκανδιναβικές και βορειοαμερικανικές ακτές, στην κεντρική Μεσόγειο ή και στους ωκεανούς, όπως η διαδρομή του βορειοανατολικού Ειρηνικού, από την Καλιφόρνια έως τα νησιά της Χαβάης. Οι πιο δημοφιλείς διεθνείς αγώνες είναι του Κυπέλλου Αμερικής (America’s Cup) που διενεργούνται, συχνά με διάφορες αλλαγές από το 1851. Εκείνη τη χρονιά, το αμερικανικό γιοτ Αμερική, που είχε ναυπηγηθεί για να συναγωνιστεί τα αγγλικά σκάφη, νίκησε για πρώτη φορά στη διαδρομή του γύρου της νήσου Γουίτ (Μάγχη).
Τα ντιζελοκίνητα σκάφη ψυχαγωγίας ανήκουν στην κατηγορία των θαλαμηγών· στην καθομιλουμένη, ονομάζονται γιοτ από την αντίστοιχη αγγλική λέξη (φωτ. ΑΠΕ).
* * *-ό (Α θαλαμηγός, -όν)νεοελλ.το θηλ. ως ουσ. η θαλαμηγός ή το ουδ. ως ουσ. το θαλαμηγόα) ιστιοφόρο ή μηχανοκίνητο πλοίο, συνήθως ελαφρύ και σχετικά μικρό, το οποίο χρησιμοποιείται για αγώνεςβ) πολυτελές και άνετο πλοίο με αναπαυτικούς θαλάμους («κατεσκεύασε... ποτάμιον πλοῑον, τήν θαλαμηγόν καλουμένην», Καλλίξ.)αρχ.(για πλοίο) αυτό που έχει θαλάμους.[ΕΤΥΜΟΛ. < θάλαμος + -ηγός (< άγω, με λειτουργία τού νόμου τής εκτάσεως εν συνθέσει), πρβλ. κυν-ηγός, στρατ-ηγός)].
Dictionary of Greek. 2013.